Ένας γεωμαγνητικός καταιγισμός επιπέδου G2 είναι μια μέτριας έντασης διαταραχή που προκαλείται από τις ηλιακές εκρήξεις, οι οποίες εκτοξεύουν μαζικές ποσότητες ενέργειας και φορτισμένα σωματίδια προς την Γη. Οι σωματίδια αυτά αλληλεπιδρούν με το μαγνητικό πεδίο της Γης, προκαλώντας ποικιλία αποτελεσμάτων, από όμορφα βόρεια και νότια σέλας μέχρι πιθανές διαταραχές σε δίκτυα επικοινωνιών και ηλεκτρικά δίκτυα.

Οι επιπτώσεις ενός τέτοιου γεωμαγνητικού καταιγισμού μπορεί να είναι περισσότερο αισθητές από άτομα με καιρική ευαισθησία. Ενώ δεν υπάρχει απ' ευθείας σύνδεση μεταξύ των γεωμαγνητικών καταιγίδων και των αλλαγών στον καιρό που μπορούμε να αντιληφθούμε στην επιφάνεια της Γης, κάποιοι άνθρωποι αναφέρουν αυξημένα συμπτώματα κατά τη διάρκεια ή πριν από τέτοια γεγονότα.

Αν και δεν είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο, κάποιοι καιροευαίσθητοι άνθρωποι μπορεί να ανταποκρίνονται σε αυτές τις διαταραχές με διάφορους τρόπους, περιλαμβάνοντας αυξημένη κόπωση, πονοκεφάλους, άγχος ή ακόμη και επηρέαση της ποιότητας του ύπνου. Κάποιοι έχουν αναφέρει επίσης αλλαγές στην συμπεριφορά των ζώων ή τις καλλιεργητικές συνθήκες.



Αν και οι γεωμαγνητικές καταιγίδες δεν προκαλούν απ' ευθείας καιρικά φαινόμενα στην επιφάνεια της Γης, είναι σημαντικό να είμαστε ενήμεροι για τις έμμεσες επιρροές που μπορεί να έχουν στο περιβάλλον και στον άνθρωπο. Η κατανόηση της φύσης και των επιπτώσεων των γεωμαγνητικών καταιγίδων μπορεί να βοηθήσει τα άτομα να αναγνωρίζουν και να κατανοούν τις πιθανές αλλαγές που μπορεί να εμπειρίζονται κατά τη διάρκεια τέτοιων γεγονότων.